Το 2003 μιά ομάδα ερευνητών του Shanghai Jiao Tong University διενήργησε μιά κατάταξη των πανεπιστημίων ανά τον κόσμο με βάση τα εξής κριτήρια: τον αριθμό των αποφοίτων και καθηγητών που κέρδισαν βραβεία Νόμπελ και Fields, τον αριθμό των ερευνητών με πολλές αναφορές, τον αριθμό άρθρων στα περιοδικά Science και Nature, τον αριθμό των άρθρων στη βάση δεδομένων Web of Science, και τέλος ένα μέσο όρο των παραπάνω διαιρεμένο με τον αριθμό των διδασκόντων στο ίδρυμα. Στην τελευταία κατάταξη (2007) δύο μόνο ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκονται στα «500 καλύτερα» του κόσμου: το πανεπιστήμιο Αθηνών στις θέσεις 203-304 και το ΑΠΘ στις θέσεις 305-401. Εξάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι το καλύτερο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι αυτό των Αθηνών και ακολουθεί το ΑΠΘ, ενώ όλα τα άλλα είναι υποδεέστερα. Η κατάταξη της Σαγκάης όμως έχει αρκετά μειονεκτήματα, μεταξύ των οποίων: α) δεν παραθέτει τα πρωτογενή στοιχεία για κάθε ίδρυμα ώστε να μπορεί κάποιος να τα επαληθεύσει, β) δίνει υπερβολική βαρύτητα σε λίγα εξαιρετικά άτομα ή δημοσιεύσεις, γ) το μέγεθος του ιδρύματος δεν λαμβάνεται κατάλληλα υπ’ όψη· μόνο στο τελευταίο κριτήριο (10% του συνολικού βαθμού) γίνεται διαίρεση με τον αριθμό των διδασκόντων, και δ) συγκρίνονται πανεπιστήμια χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψη διαφορές στις επιστήμες που το καθένα θεραπεύει.
Στο παρόν άρθρο ακολουθείται μιά διαφορετική μεθοδολογία. Στη διεθνή βάση δεδομένων Web of Science αναζητείται ο αριθμός των δημοσιεύσεων που προήλθαν από κάθε ελληνικό πανεπιστήμιο στην πενταετία 2002-06 και οι αναφορές (citations) που αυτές οι δημοσιεύσεις προσέλκυσαν από το 2002 μέχρι την ημέρα της μελέτης (11/10/2007). Διαίρεση αυτών των στοιχείων με τον αριθμό μελών ΔΕΠ διορθώνει για το μέγεθος του ιδρύματος. Χρειάζεται όμως ακόμη μία διόρθωση διότι η συχνότητα των δημοσιεύσεων και αναφορών εξαρτάται από τη γνωστική περιοχή. Π.χ. στην Ιατρική οι ερευνητές δημοσιεύουν πολύ συχνότερα από ότι στά Οικονομικά ή την Κοινωνιολογία. Έτσι, εξειδικευμένα «πανεπιστήμια» όπως το Πάντειο ή το ΟΠΑ αδικούνται από την απλή σύγκριση δημοσιεύσεων ή αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ. Προτείνεται εδώ μιά διόρθωση («σχετικοποίηση») μέσω ενός «συντελεστή όγκου βιβλιογραφίας» που είναι ανάλογος του συνολικού αριθμού δημοσιεύσεων στο Web of Science για τις γνωστικές περιοχές που καλύπτει το κάθε πανεπιστήμιο (λεπτομέρειες καθώς και όλα τα αριθμητικά στοιχεία δίνονται στο τέλος αυτού του άρθρου). Ο αριθμός δημοσιεύσεων και αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ διαιρείται με αυτόν τον συντελεστή.
Τα αποτελέσματα δίνονται στον παρακάτω πίνακα. Ο δείκτης που χρησιμοποιείται για την κατάταξη των πανεπιστημίων είναι ο σχετικοποιημένος αριθμός αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ γιατί αντανακλά καλύτερα την ποιότητα της έρευνας από ό,τι ο αριθμός δημοσιεύσεων. Με βάση αυτό το δείκτη, το καλύτερο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Το συμπέρασμα αυτό είναι σύμφωνο με το «κοινό αίσθημα» στους επιστημονικούς κύκλους, τουλάχιστον όσον αφορά τις θετικές επιστήμες. Ευχάριστη έκπληξη αποτελούν το Γεωπονικό και το Χαροκόπειο, από τα μικρότερα και λιγότερο γνωστά ιδρύματα, που καταλαμβάνουν την τρίτη και τέταρτη θέση. Το Γεωπονικό μάλιστα έχει και τον υψηλότερο σχετικοποιημένο αριθμό δημοσιεύσεων ανά μέλος ΔΕΠ. Το πανεπιστήμιο Αθηνών είναι μόλις 8ο και το ΑΠΘ 11ο. Το γεγονός ότι η κατάταξη της Σαγκάης εμφανίζει μόνο το Αθηνών και Θεσσαλονίκης στα 500 πρώτα του κόσμου οφείλεται στο ότι, λόγω μεγέθους, τα πανεπιστήμια αυτά έχουν το μεγαλύτερο απόλυτο αριθμό δημοσιεύσεων και αναφορών.
# ΔΕΠ | Δημ | Αναφ | Δημ/ΔΕΠ | Αναφ/ΔΕΠ | Αναφ/Δημ | Συντ. Ογκου | Δημ(σχ)/ΔΕΠ | Αναφ(σχ)/ΔΕΠ | Κατάταξη Σαγκάης | |
Κρήτης | 590 | 3994 | 23973 | 6.8 | 40.6 | 6.0 | 0.96 | 7.06 | 42.36 | – |
Ιωαννίνων | 616 | 3572 | 16942 | 5.8 | 27.5 | 4.7 | 0.92 | 6.32 | 29.98 | – |
Γεωπονικό | 198 | 808 | 2919 | 4.1 | 14.7 | 3.6 | 0.51 | 7.96 | 28.76 | – |
Χαροκόπειο | 88 | 312 | 1601 | 3.5 | 18.2 | 5.1 | 0.68 | 5.18 | 26.59 | – |
Πάτρας | 817 | 4486 | 16279 | 5.5 | 19.9 | 3.6 | 0.88 | 6.26 | 22.73 | – |
Πολ. Κρήτης | 175 | 504 | 1576 | 2.9 | 9.0 | 3.1 | 0.41 | 6.94 | 21.71 | – |
Μετσόβιο | 771 | 3759 | 10793 | 4.9 | 14.0 | 2.9 | 0.68 | 7.18 | 20.62 | – |
Αθηνών | 2,172 | 9680 | 39664 | 4.5 | 18.3 | 4.1 | 0.99 | 4.49 | 18.38 | 203-304 |
Πελοπον. | 19 | 72 | 166 | 3.8 | 8.7 | 2.3 | 0.62 | 6.08 | 14.01 | – |
Αιγαίου | 382 | 724 | 2073 | 1.9 | 5.4 | 2.9 | 0.47 | 4.05 | 11.61 | – |
ΑΠΘ | 2,802 | 8543 | 30855 | 3.0 | 11.0 | 3.6 | 1.00 | 3.05 | 11.01 | 305-401 |
ΟΠΑ | 249 | 406 | 581 | 1.6 | 2.3 | 1.4 | 0.28 | 5.74 | 8.22 | – |
Θεσσαλίας | 598 | 1100 | 2884 | 1.8 | 4.8 | 2.6 | 0.64 | 2.85 | 7.48 | – |
Θράκης | 760 | 1288 | 3497 | 1.7 | 4.6 | 2.7 | 0.68 | 2.48 | 6.75 | – |
Πειραιώς | 210 | 280 | 315 | 1.3 | 1.5 | 1.1 | 0.34 | 3.92 | 4.41 | – |
Μακεδονίας | 213 | 191 | 188 | 0.9 | 0.9 | 1.0 | 0.41 | 2.17 | 2.14 | – |
Ιονίου | 94 | 51 | 58 | 0.5 | 0.6 | 1.1 | 0.38 | 1.41 | 1.61 | – |
Πάντειο | 260 | 58 | 64 | 0.2 | 0.2 | 1.1 | 0.25 | 0.91 | 1.00 | – |
—– | ||||||||||
Yale | 2481 | 26569 | 262331 | 10.7 | 105.7 | 9.9 | 1.02 | 10.49 | 103.57 | 11 |
New York U | 1970 | 18589 | 147534 | 9.4 | 71.1 | 7.5 | 0.99 | 9.55 | 72.01 | 30 |
Delaware | 824 | 7253 | 45043 | 8.8 | 54.7 | 6.2 | 0.83 | 10.57 | 65.64 | 151-202 |
LSE | 444 | 3188 | 7521 | 7.2 | 16.9 | 2.4 | 0.22 | 32.63 | 76.99 | 151-202 |
Aberdeen | 685 | 6993 | 39811 | 10.2 | 58.1 | 5.7 | 0.80 | 12.82 | 72.97 | 203-304 |
York | 593 | 6236 | 38391 | 10.5 | 64.7 | 6.2 | 0.83 | 12.71 | 78.26 | 203-304 |
Essex | 398 | 2143 | 9204 | 5.4 | 23.1 | 4.3 | 0.58 | 9.22 | 39.59 | 305-401 |
Brunel | 550 | 2606 | 10990 | 4.7 | 20.0 | 4.2 | 0.53 | 9.01 | 38.00 | 402-508 |
Strathclyde | 899 | 4353 | 18950 | 4.8 | 21.1 | 4.4 | 0.85 | 5.72 | 24.88 | 402-508 |
Keele | 444 | 782 | 4079 | 1.8 | 9.2 | 5.2 | 0.77 | 2.30 | 11.98 | – |
Οι στήλες του πίνακα από αριστερά προς τα δεξιά: όνομα πανεπιστημίου, αριθμός μελών ΔΕΠ το 2002-03, δημοσιεύσεις, αναφορές, δημοσιεύσεις ανά μέλος ΔΕΠ, αναφορές ανά μέλος ΔΕΠ, αναφορές ανά δημοσίευση, συντελεστής όγκου (ανάλογος του όγκου των δημοσιεύσεων στο Web of Science για τις γνωστικές περιοχές που καλύπτει το κάθε πανεπιστήμιο), σχετικοποιημένος αριθμός δημοσιεύσεων ανά μέλος ΔΕΠ, σχετικοποιημένος αριθμός αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ, και θέση στην κατάταξη της Σαγκάης. Στον αριθμό μελών ΔΕΠ των ξένων πανεπιστημίων δεν περιλαμβάνονται non-tenure-track διδάσκοντες (συμβασιούχοι).
Πέρα από τη σύγκριση των ελληνικών ιδρυμάτων μεταξύ τους, μας ενδιαφέρει και η θέση τους στο διεθνές περιβάλλον. Ως μιά προκαταρκτική μελέτη, δίνονται παραπάνω τα στοιχεία για 10 ξένα ιδρύματα, τρία αμερικανικά και 7 βρετανικά με διάφορες θέσεις στην κατάταξη της Σαγκάης. Ο δείκτης που προτείνεται εδώ (ο σχετικοποιημένος αριθμός αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ) παρουσιάζει κάποια συσχέτιση με αυτόν της Σαγκάης αλλά η συσχέτιση δεν είναι τέλεια. Π.χ., η διόρθωση «όγκου βιβλιογραφίας» φέρνει το London School of Economics σε καλύτερη θέση από το New York University. Επίσης το Aberdeen και το York έχουν πολύ καλύτερη θέση εδώ από ό,τι στην κατάταξη της Σαγκάης. Τα ελληνικά ιδρύματα γενικά υστερούν σε σχέση με τα καλύτερα του εξωτερικού. Υπάρχουν φυσικά και ιδρύματα του εξωτερικού (όπως εδώ το Κeele) που είναι εξίσου χαμηλής ερευνητικής απόδοσης. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, το πανεπιστήμιο Κρήτης θα μπορούσε να είναι κάπου μέσα στα 300 καλύτερα του κόσμου. Πιό οριστικά συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν μόνο με επέκταση της παραπάνω μελέτης σε περισσότερα ιδρύματα του εξωτερικού.
Τι μαθαίνουμε και τι κερδίζουμε από μελέτες σαν την παραπάνω; Μαθαίνουμε πρώτα από όλα ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε με κριτική διάθεση τις κατατάξεις πανεπιστημίων (συμπεριλαμβανομένης και της παρούσας!). Μαθαίνουμε ότι τα καλύτερα ελληνικά πανεπιστήμια μάλλον δεν είναι τα παραδοσιακά του κέντρου αλλά κάποια από τα περιφερειακά και μικρότερα. Μαθαίνουμε ότι τα πανεπιστήμιά μας, ακόμα και τα καλύτερα, υστερούν στην ερευνητική παραγωγή σε σχέση με τα καλά ξένα. Τι κερδίζουμε με τέτοιες κατατάξεις: πρώτα από όλα αναγνωρίζουμε, και έτσι ενθαρρύνουμε την αριστεία. Η σύγκριση των πανεπιστημίων διεγείρει την άμιλλα μεταξύ τους. Παρέχονται δεδομένα χρήσιμα για το σχεδιασμό της ερευνητικής και εκπαιδευτικής πολιτικής. Π.χ. θα μπορούσαν να δοθούν οικονομικά μπόνους για την αύξηση της ερευνητικής παραγωγής, όπως στη Μεγάλη Βρετανία, ή ένας διαγωνισμός για έξτρα χρηματοδότηση όπως στη Γερμανία. Τέλος, ενισχύεται η αξιοκρατία γιατί παρέχονται κίνητρα στα πανεπιστήμια να προσλαμβάνουν τους πιό άξιους υποψηφίους. Οι κατατάξεις είναι ακόμα πιό χρήσιμες σε επίπεδο τμήματος, γιατί εκεί η ευθύνη περιορίζεται σε λιγότερα άτομα. Τέτοιες κατατάξεις, με κάπως διαφορετική μεθοδολογία, έχουν γίνει μέχρι τώρα για τα τμήματα Χημικών Μηχανικών, Επιστήμης Υλικών, Χημείας, και Φυσικής. Τα αποτελέσματα έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο (GreekUniversityReform.org/axio.html).
Η παραπάνω άσκηση αφορά μόνο το ερευνητικό έργο των ελληνικών πανεπιστημίων. Εξίσου σημαντική είναι και η αποτίμηση του εκπαιδευτικού τους έργου, κάτι πιό δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο. Θα μπορούσε π.χ. να γίνει με τους παρακάτω τρόπους: α) να αρχίσει επιτέλους να γίνεται παντού αξιολόγηση διδασκόντων από τους φοιτητές με ανώνυμο ερωτηματολόγιο στο τέλος κάθε μαθήματος και να δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα στο διαδίκτυο, αντί να μπαίνουν σε κάποιο συρτάρι. β) θα μπορούσαν να θεσπιστούν πανελλήνιες εξετάσεις ΜΕΤΑ την αποφοίτηση από το πανεπιστήμιο. Οι εξετάσεις αυτές, διαφορετικές σε κάθε κλάδο, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σε διάφορους σκοπούς: θα μπορούσαν π.χ. να αντικαταστήσουν τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ και να χρησιμοποιηθούν ως ένα επιπλέον κριτήριο για την αποδοχή σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Στην περίπτωση των επαγγελματικών σχολών (Ιατρική, Πολυτεχνείο, Νομική) θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την απόκτηση άδειας άσκησης επαγγέλματος. Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων αυτών θα μας επέτρεπε να αποτιμήσουμε και το εκπαιδευτικό έργο του κάθε πανεπιστημιακού τμήματος σε σχέση με την ποιότητα των φοιτητών που εισήχθησαν. Αυτή η ανάλυση μπορεί να γίνει και σήμερα σε κάποιο βαθμό με τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ. Οι συγκεντρωτικές επιδόσεις των αποφοίτων κάθε ιδρύματος θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού τους έργου. γ) οι επιτροπές εξωτερικής αξιολόγησης που θα επισκεφτούν σύντομα τα τμήματα και θα εξετάσουν το πρόγραμμα σπουδών, τα χρησιμοποιούμενα συγγράμματα, το επίπεδο των εργαστηρίων κτλ θα μπορούσαν να ποσοτικοποιήσουν την αξιολόγησή τους έτσι ώστε να μπορεί να γίνει σύγκριση και κατάταξη των ομοειδών τμημάτων.
Συμπληρωματικές πληροφορίες:
Methodology (PDF)
Subject Categories (EXCEL)
Volume Factors (EXCEL)
ΥΓ. Αρκετοί από το Πολ. Κρήτης διαμαρτυρήθηκαν ότι ο αριθμός μελών ΔΕΠ για το ίδρυμά τους δεν είναι ακριβής. Τα στοιχεία για τον αριθμό μελών ΔΕΠ το 2002-3 τα πήρα από ένα παλαιότερο άρθρο του Μανόλη Δρεττάκη στην Αυγή. Αν χρησιμοποιήσουμε σημερινά δεδομένα από τα αρχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα το ΥΠΕΠΘ τα αποτελέσματα είναι κάπως διαφορετικά. Δείτε το φύλλο ranking(2) στο παρακάτω αρχείο:
Αναφορά από τον κ. Λακασά της Καθημερινής:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100030_20/10/2007_245946
Ο πίνακας δεν φαίνεται στην διαδικτυακή έκδοση.
Η δουλειά αυτή είναι συνέχεια της μελέτης που ξεκίνησα τον Ιούλιο:
https://greekuniversityreform.wordpress.com/2007/07/07
Η βασική διαφορά είναι η διόρθωση για τα γνωστικά πεδία που καλύπτει κάθε πανεπιστήμιο.
@Θέμης Λαζαρίδης
Κύριε Λαζαρίδη, πολύ αξιόλογη δουλειά με ομολογουμένως ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Θα μου επιτρέψετε να διαφωνίσω με το τελευταίο τμήμα του άρθρου σας όπου αναφέρεστε σε εξετάσεις μετά την απόκτηση πτυχίου. Θεωρώ ότι αυτό το μέτρο δεν είναι εφαρμόσιμο, ενώ ταυτοχρόνως είναι άδικο, ειδικά για τους γιατρούς, οι οποίοι σπουδάζουν για περίπου 8 χρόνια μέχρι να αποκτήσουν την άδεια εργασίας (συνυπολογίζω και τη διάρκεια του αγροτικού κτλ). Ίσως το καλύτερο θα ήταν ο εκάστοτε αρμόδιος φορέας (ιδιωτική επιχείρηση, δημόσιο κλπ) να εφάρμοζε κάποιο τεστ δεξιοτήτων και γνώσεων έτσι ώστε να είναι εφικτή η αξιολόγηση του υποψηφίου. Το να γίνεται κάτι τέτοιο όμως σε επίπεδο «πανελλαδικών» εξετάσεων, θεωρώ πως μάλλον υποτιμά την αξία ενός πτυχίου, παρά προσφέρει ουσιαστικές λύσεις για την αξιολόγηση της ποιότητας εκπαίδευσης.
Αντίστοιχες ολιστικές κατατάξεις πανεπιστημίων μπορεί να είναι καλές για να δημιουργήσουν εντυπώσεις, αλλά ελάχιστα βοηθούν ως προς την ουσία και συχνά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και παραπλανητικά (όπως έγινε ήδη με τη λίστα της Σαγκάης). Η ανάγκη αξιολόγησης σε επίπεδο τμήματος έχει επισημανθεί συχνά. διάβασε εδώ από Ελευθεροτυπία. Το περίφημο Research Assessment Exercise (RAE) στο ΗΒ (η ευρωπαϊκή χώρα με την μεγαλύτερη παράδοση ίσως σε αξιολόγηση έρευνας) επίσης κάνει αξιολόγηση ανά επιστημονικό κλάδο, και ουδείς διανοήθηκε να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα συνολικά (κλικ εδώ για τα αποτελέσματα του πιό πρόσφατου RAE – 2001). Σε μακροσκελές report περί αξιολόγησης, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προσπαθεί ούτε σε μία περίπτωση να συνθέσει διάφορα κριτήρια σε έναν ενιαίο δείκτη (κλικ εδώ για το report). Τουλάχιστον, το άρθρο έχει και το σχετικό warning: «πρέπει να αντιμετωπίζουμε με κριτική διάθεση τις κατατάξεις πανεπιστημίων (συμπεριλαμβανομένης και της παρούσας!).»
ΥΓ. Αρκετοί από το Πολ. Κρήτης διαμαρτυρήθηκαν ότι ο αριθμός μελών ΔΕΠ για το ίδρυμά τους δεν είναι ακριβής. Τα στοιχεία για τον αριθμό μελών ΔΕΠ το 2002-3 τα πήρα από ένα παλαιότερο άρθρο του Μανόλη Δρεττάκη στην Αυγή. Αν χρησιμοποιήσουμε σημερινά δεδομένα από τα αρχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα το ΥΠΕΠΘ τα αποτελέσματα είναι κάπως διαφορετικά. Δείτε το φύλλο ranking(2) στο παρακάτω αρχείο:
Κατάταξη Πανεπιστημίων (xls)
Αγαπητοί φίλοι,
Είναι σημαντική η συγκεκριμένη άσκηση, αλλά εμένα δεν μου φαίνεται τόσο σημαντική. Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι χαμηλά, γιατί μέχρι πριν από λίγα χρόνια (έτσι πιστευω εγώ) υπήρχαν τα εξής προβλήματα:
α) περιορισμένα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Πολύ μεγάλος αριθμός φοιτητών (ταλαντούχων και με διάθεση) κάναν έρευνα και δημοσιεύαν αλλά όχι με ελληνικό affiliation. Το κάναν με κάποιο αγγλικό, γερμανκό ή αμερικάνικο γιατί εκεί ήταν πιο εύκολο να κάνουν ένα γνήγορο master ή διδακτορικό.
β) δεν υπήρχαν χρήματα για έρευνα. Σε όλο το τμήμα χημείας Θεσσαλονίκης, δεν πρέπει να υπάρχουν πάνω από 10 χρωματογράφοι (όλων των τύπων), τη στιγμή που σε ένα μόνο εργαστήριο κάποιου μέτριου πανεπιστημίου στο εξωτερικό υπάρχουν περισσότεροι (δεν συζητάμε για Autosamplers, πολικές και άπολες στήλες, liners, septa και σύριγγες). Άρα, ότι έρευνα σε βάθος να κάνεις, με τι χρήματα να βγεις παραέξω να κάνεις και 5 γνωριμίες κτλ κτλ.
γ) Βιβλιοθήκες και on-line περιοδικά. Είμαι σίγουρος, ότι αν η ασακηση της Σαγκαης επαναληφθεί τα Ελληνικά Πανεπιστήμια θα είναι πολύ ανεβασμένα γιατί τα τελευταία χρόνια υπάρχει πολύ μεγάλη βοήθεια σε θέματα βιβλιογραφικής έρευνας, λόγω του Healink.
δ) Δε λέω ότι είναι πολύ σημαντικό, αλλά πόσα ελληνικά περιοδικά υπάρχουν (που να είσαι και στο ISI); Πόσοι Έλληνες (που να εργάζονται σε ελληνικό πανεπιστήμιο) Editors υπάρχουν; Πόσα Ελληνικά συνέδρια καλύπτονται από Special Issues περιοδικών (που μετράνε ως δημοσιεύσεις και παίρνουν αναφορές), και σε πόσα ελληνικά συνέδρια ερχόντουσαν ξένοι, μέχρι πριν από μερικά χρόνια;
Ειλικρινά πιστεύω ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια και είναι μία ιστορική ευκαιρία να ξεφύγουν ακόμα αν εφαρμοστεί ο νόμος της Γιαννάκου ή κάποιος άντίστοιχος.
υγ: Όταν δούλευα στο χημικό θεσσαλονίκης το διδακτορικό μου, καθόμουνα μέχρι πολύ αργά. Δύο φορές μου σπάσαν το αυτοκίνητο (μάλλον ναρκομανείς) και βέβαια άκρη δεν βρίκα γιατί υπάρχει «άσυλο». Πόσο μπορεί να συνεχίσει κάποιος να δουλεύει μέχρι αργά, αν δεν έχει ασφάλεια…;
Το οποίο δείχνει, για μιά ακόμη φορά, πόσο εύκολα μπορούν να δημιουργηθούν προβλήματα με αυτές τις ολιστικές κατατάξεις πανεπιστημίων: κάτι που έχει σαν επακόλουθο να πληγώνεται και η αξιοπιστία της πρότασης για αξιολόγηση. Δεν είναι τυχαίο πως στο RAE (που ξανατονίζω, δεν συγκρίνει πανεπιστήμια στο σύνολο, αλλά πανεπιστήμια σε σχέση με συγκεκριμένους επιστημονικούς κλάδους), η όλη διαδικασία για την εξαγωγή των αποτελεσμάτων απαιτεί μιά τεράστια προσπάθεια που τραβά σε μάκρος χρόνου και με μεγάλο κόστος (τόσο που η βρετανική κυβέρνηση προχωρά στην αναδιαμόρφωση της διαδικασίας με κύριο στόχο να μειώσει το κόστος).
…και κάτι ακόμα.
Πιστεύω ότι με το να επικαλούμαστε τη συγκεκριμένη κατάταξη, δεν προσφέρουμε καλές υπηρεσίες. Διότι, με αυτή την κατάταξη η κατάσταση παρουσιάζεται τραγική, ενώ κάτι τέτοιο ίσως και να μην ισχύει.
Αυτό που εμείς θέλουμε είναι να βελτιωθούν, ίσως όχι το να μπουν στο Top-10.
Εμένα σε πρώτη φάση θα μου αρκούσε να πάψει το μπάχαλο με τις καταλήψεις του καθενός, το άσυλο, η συνεχής αξιολόγηση των καθηγητών, καθώς και τα αντικειμενικά και αξιοπρεπή εκλεκτορικά σώματα.
Ισχύει. Η κατάσταση είναι σε πολλά σημεία τραγική και στα υπόλοιπα απλώς θλιβερή.
Πρόσθεσα και το ΕΑΠ στη λίστα. Βγαίνει 10ο, μεταξύ Αιγαίου και ΑΠΘ.
Σήμερα δημοσιεύθηκε η νέα κατάταξη του Times για τα 200 κορυφαία πανεπιστήμια:
http://download.qsnetwork.com/maintenance.php
Κανένα ελληνικό δεν περιλαμβάνεται. Μάλλον δικαίως.
Θέμη,
Κατ’αρχάς
η λίστα που είναι πιο κοντά στις λίστες που συζητάμε εμείς είναι
η θεματική λίστα παραπομπών χωριστά σε φυσ επιστήμες, βιοιατρ, πολυτ., (χρεάιζεται δωρεάν εγγραφή)
http://www.thes.co.uk/statistics/international_comparisons/2007/
Σημειωτέον ότι χρησιμοποίησαν το SCOPUS και όχι το ISI.
Η λίστα των 200 έχει σκαμπανεβάσματα που την κάνουν αναξιόπιστη
(Στανφορντ και Μπέρκλευ ξαφνικά κάτω από το Πεννσυλβάνια, έλεος..) και εάν συνεχίζουν να αλλάζουν τη μεθοδολογία τους κάθε χρόνο θα χάσουν κάθε αξιοπιστία.
Ο δείκτης τους στηρίζεται σε: 50% γνώμες, 20% citations (ίδιο ποσοστό με Σανγκάη νομιίζω), 10% αναλογία εντόπιοι φοιτητές πρός φοιτητές από άλλες χώρες, ηπείρους, και
20% αναλογία καθηγητές ανά φοιτητή.
Συμπέρασμα: Το TIMES HSE να πάρει για consultant το Θέμη !
K.
Η αναξιοπιστία όλων αυτών των κατατάξεων είναι δεδομένη όταν προσπαθούν να συγκεράσουν ένα τεράστιο αριθμό από παράμετρους που κανείς δεν ξέρει πως να τις σταθμίσει. Η μόνη περίπτωση στην οποία μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για σύγκριση μεταξύ δύο πανεπιστημίων είναι όταν σε όλες τις παράμετρους το ένα πανεπιστήμιο υπερισχύει του άλλου, κάτι που ασφαλώς ισχύει μόνο σε ακραίες περιπτώσεις. Σε κάθε άλλη περίπτωση, διαφορετική στάθμιση των παραμέτρων θα οδηγήσει σε διαφορετικές κατατάξεις — γνωστά πράγματα. Τι αξία έχουν όλες αυτές οι κατατάξεις; Τα τρία πουλάκια προτείνουν την ίδρυση επιστημονικού περιοδικού, με τον τίτλο Katataktica, που θα διερευνήσει το θέμα διεξοδικά. Είναι προφανές ποιός θα ήταν ο καταλληλότερος υποψήφιος για Editor-in-Chief.
http://www.tovimadaily.gr//Article.aspx?d=20080729&nid=9327324&sn=&spid=
Εδώ ο κ. Σπινέλλης του ΟΠΑ κατατάσσει ιδρύματα με βάση τον h index τους. Το πρόβλημα φυσικά είναι ότι αυτό ευνοεί τα μεγάλα ιδρύματα.
Δε μπορούμε μια στα πρόχειρα να διορθώσουμε την κατάταξη διαιρώντας αυτόν τον αριθμό κατά το σχετικό μέγεθός των ιδρυμάτων;
Ποιός όμως ξέρει το σύνολο μελών ΔΕΠ κάθε ελληνικού ιδρύματος;
>Ποιός όμως ξέρει το σύνολο μελών ΔΕΠ κάθε ελληνικού ιδρύματος;
Δες το ποστ.
>Δε μπορούμε μια στα πρόχειρα να διορθώσουμε την κατάταξη διαιρώντας αυτόν τον αριθμό κατά το σχετικό μέγεθός …
Όχι.
Αφηρημένος…
Δε βαριέσαι, εγώ το κάνω εξίσου έστω για την πρώτη στήλη μιας που στην δεύτερη έχει περισσότερο οικονομικές/κοινωνικές σχολές και υπερβολικά χαμηλά h.
Στα πρόχειρα πάντα. Ορίζω h* ως το h/(nDEP). nDEP βαρύτητα του κάθε ιδρύματος σύμφωνα με τον αριθμό ΔΕΠ του. Χαροκόπειο με 88 ΔΕΠ- το λιγότερο στην πρώτη στήλη- παίρνει 1. Τα υπόλοιπα ΑΕΙ πολλαπλάσια αυτού.
Έχουμε και λέμε… στο περίπου ο h* είναι
Χαροκόπειο 20
Γεωπονικό 9,78
Πολυτεχνείο Κρήτης 9,55
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 6,57
Κρήτης 5,97
Αιγαίου 4,15
Θεσσαλίας 3,53
ΕΜΠ 3,19
Θράκης 2,55
Πανεπιστήμιο Αθηνών 2,35
ΑΠΘ 1,29
Σίγουρα δεν είναι ό,τι καλύτερο μιας που ειδικευμένα ΑΕΙ σε περιορισμένα γνωστικά αντικείμενα (Χαροκόπειο, Γεωπονικό, Πολ. Κρήτης, ΕΜΠ) παίρνουν εξαιρετικά μεγάλες βαθμολογίες.
Πάντως απ’τα γενικά πανεπιστήμια φαίνεται ξεκάθαρα ότι όταν διορθώνουμε επί του μεγέθους, τα θηρία Αττικής/Θεσσαλονίκης βγαίνουν νάνοι.
Υπερδιορθώνεις. Ο h δεν είναι γραμμική συνάρτηση του μεγέθους.
Δεν αρκεί η διόρθωση με τον αριθμό μελών ΔΕΠ, διότι υπάρχει αναντιστοιχία με βάση τις γνωστικές περιοχές, όπως αναφέρεται και στο άρθρο αυτής της σελίδας. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε ξεχωριστά τμήματα.
Σίγουρα πάντως δείκτες με αριθμό δημοσιεύσεων και αριθμό αναφορών ανά μέλος ΔΕΠ (τους έχω υπολογίσει για ελληνικά ΑΕΙ) είναι αποκαλυπτικοί.
Πρόχειρα… περίπου…
Την ίδια διόρθωση «βαρύτητας» κάνει και ο δείκτης m που απλά διαιρεί με τα χρόνια απ’το πρώτο paper.
Ελπίζω πάντως ότι είναι οφθαλμοφανές πως το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων είναι ιδιαίτερα παραγωγικό για τα άτομα που έχει. Όχι μόνο βγάζει μεγαλύτερο h απ’το ΑΠΘ αλλά έχει και σαφώς λιγότερο ΔΕΠ.
Ισως θα επρεπε καπως να ληφθουν υπ’ οψην και αλλοι παραγοντες οπως η παρουσια σε ερευνητικα προγραμματα (IST, ΓΓΕΤ, κλπ) και αλλων παραγοντων (π.χ. «παραγωγη διδακτωρικων»). Μονο απο bibliometrics, δεν ξερω κατα ποσο τα αποτελεσματα ειναι πληρη.
Μια ερωτηση. Τι ειδους ερευνα κανει το Χαροκοπειο? Δεν ξερω κατα ποσο η παραπανω αναλυση ειναι σωστη, αλλα αν τα αποτελεσματα που φαινονται εδω αντιπροσωπευουν την πραγματικοτητα και το Π. Αιγαιου ειναι πανω απο το ΕΜΠ, πιστευω οτι η κατασταση εχει φτασει στο απροχωρητο.
Είναι απλό τι συμβαίνει.Στα μεγάλα ΑΕΙ Αθήνας-Θεσαλονίκης επικρατεί οικογενειοκρατία.Ετσι αδεν απαιτείται υψηλός αριθμός δημοσιεύσεων για να γίνεις καθηγητής.
Αυτοί που απορρίπτονται από τα μεγάλα πανεπιστήμια λόγω έλλειψης κοννέ και γονικής συμβολής καταφεύγουν στα περιφερειακά.Τα μόνα προσόντα τους είναι το ερευνητικό έργο.
Συνεπώς αυτό που προκύπτει με την ελαχιστότητα του h κατά κεφαλή(ειδικά στο ΑΠΘ) δεν είναι παράξενο.
«Δεν αρκεί η διόρθωση με τον αριθμό μελών ΔΕΠ, διότι υπάρχει αναντιστοιχία με βάση τις γνωστικές περιοχές, όπως αναφέρεται και στο άρθρο αυτής της σελίδας. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε ξεχωριστά τμήματα.»
Τότε, λοιπόν, ποιός ο λόγος της δημοσίευσης κατάταξης σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας παρά το ότι είναι γνωστό πως τα στοιχεία είναι προβληματικά;
Οι κατατάξεις, όπως και οι σφυγμομετρήσεις είναι χρήσιμες, εφόσον συνοδεύονται με τα στατιστικά τους και τη μεθοδολογία τους. Είναι χρήσιμες σε όσους ξέρουν να τις διαβάζουν και ενδιαφέρονται για συγκεκριμένα κριτήρια. Συνεπώς δεν υποβιβάζει την αξία τους το γεγονός ότι με αλλαγή κριτηρίων αλλάζει το αποτέλεσμα.
Ερώτημα 1: Στις αναφορές περιλαμβάνονται και αυτοαναφορές. Υπάρχει τρόπος να ξεχωρίσουν; Έστω και σε ένα δείγμα;
Ερώτημα 2: Υπάρχει τρόπος να δείτε τη διασπορά των δημοσιεύσεων στα μικρά πανεπιστήμια όπως το Χαροκόπειο; Συνήθως στα μικρά δείγματα υπάρχουν διακυμάνσεις. Είναι ένας που σέρνει το χορό και οι άλλοι κτυπούν παλαμάκια ή κρατούν το μαντήλι.
Ερώτημα 3: Γνωρίζει κανείς αν τα γραφεία διασύνδεσης των ΑΕΙ ΤΕΙ έχουν τίποτε αξιόλογα στατιστικά για την επαγγελματική πορεία των αποφοίτων; Θα ήταν μια ενδιαφέρουσα παράμετρος αξιολόγησης επαγγεματικών εφοδίων.
Σχόλιο: Οι αξιολογήσεις από φοιτητές στο τέλος του μαθήματος θεωρητικά υπάρχουν, αλλά πρακτικά είναι άκυρες και άχρηστες γιατί μικρός αριθμός φοιτητών παρακολουθεί μαθήματα.
Το κακό είναι οτι σε 10 σχολές απαγορεύονται βάσει νόμου οι εξετάσεις τύπου ΑΣΕΠ μετά τη λήψη του πτυχίου.Μεταξύ των σχολών αυτών είναι η ιατρική,η νομική και τα τμήματα μηχανικών καθώς και οι στρατιωτικοί.
Ο νόμος δηλαδή αναγνωρίζει ρητώς το δικαίωμα στη βυσματικότητα στους αποφοίτους σχολών με μεγαλύτερες πιθανότητες απόκτησης υψηλότερου εισοδήματος.
Δηλαδή το μόνο που πετυχαίνεις με εξετάσεις ΑΣΕΠ είναι μια χαμηλόμισθη θέση στο δημόσιο και τίποτα παραπάνω.Για τα υψηλά εισοδήματα δεν αποφασίζει ο ΑΣΕΠ αλλά τα PR.
«Οι αξιολογήσεις από φοιτητές στο τέλος του μαθήματος θεωρητικά υπάρχουν, αλλά πρακτικά είναι άκυρες και άχρηστες γιατί μικρός αριθμός φοιτητών παρακολουθεί μαθήματα.»
Γιατί είναι άκυρες; Το μάθημα γίνεται για αυτούς που έχουν όρεξη να παρακολουθήσουν. Για όσους δεν παρακολουθούν, μπορεί να γίνει η εξής διάκριση:
— Αν ο μέσος όρος παρακολούθησης είναι πχ 30% σε ένα πανεπιστήμιο (30% των φοιτητών παρακολουθούν μετά την 3η βδομάδα), τότε για όσα μαθήματα είναι εκεί γύρω, είναι απολύτως εντάξει να γίνεται η αξιολόγηση στους παρόντες, και να λαμβάνεται υπόψη.
Για όσα μαθήματα είναι σημαντικά χαμηλότερη, υπάρχει prima facie πρόβλημα και πρέπει να ληφθεί υπόψη. Μπορεί πχ η αξιολόγηση (με άλλες ερωτήσεις) να σταλεί στους (για πρώτη φορά) εγγεγραμμένους.
Τώρα, μπορεί κανείς να πει «30% παρακολούθηση είναι από μόνη της πρόβλημα!» Σωστά, αλλά για να ενημερωθούμε για αυτό η αξιολόγηση εντός ενός εκάστου μαθήματος είναι λίγο μόνο χρήσιμη, χρειάζονται άλλες δράσεις, σε επίπεδο τμήματος ή πανεπιστημίου. Η αξιολόγηση μαθήματος καθιερώθηκε σε νορμάλ πανεπιστήμια, που δεν είχαν τις ελληνικές ανωμαλίες (όπως πχ τη μη παρακολούθηση). Για τη σωστή διαγνωση (και αντιμετώπιση) των αιτίων των ανωμαλιών μας χρειάζομαστε δικά μας εργαλεία (ειδικα ερωτηματολόγια πχ, σε νεο-εισερχόμενους φοιτητές που τα ίδια να τα απαντούν στο τέλος του πρώτου, δεύτερου και τριτου εξαμήνου. )
Φυσικά αυτό δε θα γίνει ποτέ γιατί κανείς δε θέλει να ακούσει τις απαντήσεις (το ΥΠΕΠΘ ότι φταίνε τα άθλια κτήρια και η έλλειψη εποπτικών μέσων, οι παρατάξεις και οι Πρυτάνεις ότι φταίει η άθλια όψη των άθλιων κτηρίων, οι καθηγητές ότι φταίει το άθλιο μάθημά τους. Δεν ξέρουμε ποιός λόγος είναι πιο σημαντικός, αλλά γιατί να διακινδυνεύσουμε να φανεί ότι φταίμε πρώτοι εμείς;)
@Κ: μπορείς να βρεις ποιός νόμος είναι αυτός; Δεν το έχω ξανακούσει αυτό…
«Τότε, λοιπόν, ποιός ο λόγος της δημοσίευσης κατάταξης σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας παρά το ότι είναι γνωστό πως τα στοιχεία είναι προβληματικά;»
Καμία μέτρηση δεν είναι τέλεια, αλλά τις περισσότερες φορές μια μέτρηση, έστω και προβληματική, μπορεί να μας ανοίξει τα μάτια. Για παράδειγμα, νόμιζα πως κυρίως τρίτης τάξης ιδρύματα του εξωτερικού έχουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Από τη μέτρηση φάνηκε πως υπάρχουν τέτοια, αλλά υπάρχουν και άλλα σοβαρότερα. Αυτό το αποτέλεσμα δεν επιδέχεται νομίζω αμφισβήτηση.
«Ερώτημα 1: Στις αναφορές περιλαμβάνονται και αυτοαναφορές. Υπάρχει τρόπος να ξεχωρίσουν; Έστω και σε ένα δείγμα; »
Ναι περιέχονται. Είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν, αλλά επειδή περιέχονται σε όλους δε νομίζω πως αποτελούν πρόβλημα.
«Ερώτημα 2: Υπάρχει τρόπος να δείτε τη διασπορά των δημοσιεύσεων στα μικρά πανεπιστήμια όπως το Χαροκόπειο; Συνήθως στα μικρά δείγματα υπάρχουν διακυμάνσεις. Είναι ένας που σέρνει το χορό και οι άλλοι κτυπούν παλαμάκια ή κρατούν το μαντήλι.»
Υπάρχουν όντως μερικοί πολλοί παραγωγικοί ερευνητές στο Χαροκόπειο με κορυφαίο τον «PANAGIOTAKOS, DB» να εμφανίζεται σε 120 δημοσιεύσεις (23% του συνόλου). Από την άλλη πλευρά στις 509 δημοσιεύσεις συμμετέχουν 1007 συγγραφείς, οπότε δε νομίζω πως το καλό αποτέλεσμα οφείλεται σε έναν που σέρνει το χορό.
«Ερώτημα 3: Γνωρίζει κανείς αν τα γραφεία διασύνδεσης των ΑΕΙ ΤΕΙ έχουν τίποτε αξιόλογα στατιστικά για την επαγγελματική πορεία των αποφοίτων; Θα ήταν μια ενδιαφέρουσα παράμετρος αξιολόγησης επαγγεματικών εφοδίων.»
Στο τμήμα μας κρατάμε τέτοια στοιχεία (με αρκετό κόπο) και τα αποτελέσματα είναι ενδιαφέροντα: μικρό ποσοστό των αποφοίτων μας έχει πρόβλημα στο να βρει δουλειά, οι περισσότεροι αμοίβονται με μισθό μεγαλύτερο από το βασικό, γενικά θεωρούν πως αυτά που έμαθαν στο πανεπιστήμιο είναι χρήσιμα στη δουλειά τους, ενώ πολλοί θεωρούν εξαιρετικά βοηθητικό το θεσμό της πρακτικής άσκησης. Σε μας αυτή η μελέτη έγινε χάρη σε λίγους συγκεκριμένους ανθρώπους του Τμήματος, οπότε δεν ξέρω κατά πόσο τέτοια στατιστικά στοιχεία συγκεντρώνονται και είναι διαθέσιμα.
@Αν.ώνυμος
Ο ιδρυτικός νόμος περί ΑΣΕΠ.
Εν γένει, ο h-index ΔΕΠ τεχνολογικών κατευθύνσεων είναι μικρότερος από ΔΕΠ σχολών όπως Φυσικής, Χημείας, Οικονομικών, κτλ., κάτι που παρατηρείται ανά τον κόσμο. Αυτό ίσως εξηγεί έν μέρει και το χαμηλό δείκτη του ΕΜΠ, που φιλοξενεί αποκλειστικά σχολές Μηχανικών.
Ευχαριστώ τον κ. Σπινέλλη για τις απαντήσεις. Η έρευνά σας είναι πολύ ενδιαφέρουσα και θα επικοινωνήσω μαζί σας όταν επιστρέψουμε τον Σεπτέμβριο.
Για τις αυτοαναφορές: Συμφωνώ πώς το γεγονός ότι τις χρησιμοποιούν όλοι είναι ένας ρυθμιστικός παράγων. Αλλά όταν ο αριθμός αναφορών σε απόλυτα νούμερα είναι χαμηλός, όπως συμβαίνει με τα ελληνικά πανεπιστήμια, η διακύμανση γίνεται σημαντική.
Τέλος πάντων, εγώ θεωρώ ότι ακόμη και ο απόλυτος αριθμός δημοσιεύσεων, για όσους δημοσιεύουν, είναι θετικό πράγμα, αφού οι ερευνητές αυτοί αισθάνονται την ανάγκη να αξιολογηθούν ή πιστεύουν ότι έχουν κάτι να πούν.
Επιμένω όμως στο θέμα της διασποράς των συγγραφέων. Ειδικά στα μεγάλα πανεπιστήμια όπως το ΕΚΠΑ, θα πρέπει να γίνει μια ανάλυση, ποιος ό αριθμός των authors (σε συνάρτηση με τη συνχότητα δημοσίευσης) σε σχέση με το σύνολο των μελών ΔΕΠ. Είμαι σίγουρος ότι θα βρεθεί ένα κοιμώμενο ποσοστό που ούτε δια της προσκολήσεως δεν συμμετέχουν σε έρευνα.
Καλό θα ήταν σε μια τέτοια έρευνα να αποκελειστεί η Ιατρική, η οποία παραλάσσει σημαντικά την εικόνα. Ο λόγος είναι όχι μόνο ότι η πολυδημοσίευση είναι χαρακτηριστικό του κλάδου, αλλά και ότι το ερευνητικό έργο είναι προϊόν δημόσιας επένδυσης σε έναν άλλο κλάδο, της Υγείας και της Ασφάλισης. Η νοσοκομειακή υποδομή πάνω στην οποία στηρίζεται αυτή η έρευνα δεν χρηματοδοτείται από το κονδύλι του ΥΠΕΠΘ ούτε της ΓΓΕΤ ή των ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Επίσης δεν κατάλαβα το σχόλιο για τους 1007 authors. Αναφέρεστε στις δημοσιεύσεις του Χαροκόπειου; Εκεί τα μέλη ΔΕΠ είναι κάτω από 100.
Μάλλον το 1007 αναφέρεται στο συνολικό αριθμό διαφορετικών συνσυγγραφέων από όλα τα άρθρα (μέλη ΔΕΠ + ερευνητές/φοιτητές + εξωτερικοί συνεργάτες).
@ TheChemist
Για τους 1007 συν-συγγραφείς: Και εγώ αυτό κατάλαβα και κατά συνέπεια ο αριθμος των μη-μελών ΔΕΠ του πανεπιστημίου, αν είναι έτσι τα πράγματα, είναι πολύ μεγάλος, οπότε εξακολουθώ να ψάχνω αυτόν που σέρνει το χορό.
Εν πάσει περιπτώσει, ίσως υπάρχει και άλλη θετικότερη ερμηνεία. Ότι το Χαροκόπειο αναβαθμίστηκε σχετικά πρόσφατα σε πανεπιστήμιο, κάπου στις αρχές δεκαετίες του 1990, οπότε στερείται της παθογένειας των άλλων και ενδεχομένως έχει προσελκύσει αξιόλογο νέο κόσμο. Πάντως δεν έχει κανένα φοβερό όνομα στην αγορά εργασίας, ίσως γιατί όπως έχει γραφεί πολλές φορές, η απόδοση των φοιτητών είναι άμεση συνάρτηση του input δηλαδή των επιδόσεων των εισαχθέντων στις πανελλήνιες.
http://www.tovimadaily.gr/Article.aspx?d=20080731&nid=9344439
Στο άκρως ενδιαφέρον άρθρο του υπό τον τίτλο «Τα κολέγια και η ακαδημαϊκή έρευνα» ο κ. Σπινέλλης προτείνει τον ποσοτικό παράγοντα h ως δείκτη ποιότητας και για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Αν και η επινόηση όσο γίνεται «αντικειμενικών» κριτηρίων είναι επιθυμητή, εν τούτοις δεν αποτελεί πανάκεια διότι δεν λαμβάνει υπόψη της ότι η χρήση και οι αναφορές εμπεριέχουν κρυφές υποκειμενικές και πολιτικές διαστάσεις και κριτήρια υπό τις οποίες πολλές εργασίες δημοσιεύονται, ιδιαίτερα στα λεγόμενα υψηλής επιρροής (high impact) περιοδικά και οφείλονται σε μη αντικειμενικές συνθήκες όπως, π.χ., στον «κύκλο» που ανήκει ο ερευνητής, το είδος της εργασίας και κυρίως αν είναι της μόδας (δυστυχώς) το ερευνητικό πεδίο και τέλος αν συμφωνεί με το κρατούν «παράδειγμα» και δόγμα. Η περίπτωση της Εξελικτικής Βιολογίας είναι χαρακτηριστική αλλά δεν θα επεκταθώ λόγω έλλειψης χώρου και χρόνου.
Θα περιοριστώ σε ένα παράδειγμα μόνο. Το συγκριτικό παράδειγμα του Χάρβαρντ είναι ακατάλληλο κατά τη γνώμη μου κυρίως διότι υπονοεί ότι η ποσότητα όπως μετράται με το h ισοδυναμεί με ποιότητα, ότι δηλαδή όσο πιο μεγάλο το h τόσο καλύτερη η ποιότητα. Αυτή η ταύτιση αγνοεί και άλλους ίσως πιο σημαντικούς παράγοντες τους οποίους υπονόησα προηγουμένως. Εγώ θα πρότεινα να υπολογίσουμε το έξοδο ανά δημοσίευση ή αντιστρόφως τον αριθμό δημοσιεύσεων (με σύντμηση δ) ανά δολάριο. Αν λάβουμε υπόψη την οικονομική ευρωστία του Χάρβαρντ το 2007, δεδομένου ότι από τα 3 δισ. δολάρια που ξόδεψε συνολικά το 2007 διέθεσε το 18% για έρευνα, συντετμημένο σε ε, τουτέστιν 0,5 δισ. δολάρια, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι σε 5 χρόνια το Χάρβαρντ ξόδεψε περίπου 2,5 δισ. δολάρια: Υπό όρους πηλίκων και λαμβάνοντας υπόψη το ε του (πηγή: http://www.provost.harvard.edu /institutional-research/FΑCΤΒΟΟΚ-2007-08-FULL.pdf) τότε ο λόγος δ/ε, ήτοι το πηλίκον δημοσιεύσεων ανά δολάριο εξόδων, είναι περίπου 0,00003. Απεναντίας, η συνολική δαπάνη της Ελλάδας το 2007 ανερχόταν σε 0,57% του ΑΕΠ (πηγή: Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος) τουτέστιν σε 1,140 δισ. δολάρια, από τα οποία είναι αμφίβολο αν τα μισά διατίθενται για αυτή καθαυτή την έρευνα, τότε και για πέντε χρόνια το σύνολο είναι ίσο με ~5 δισ. δολάρια (αν και μου φαίνεται απίθανος ο αριθμός), προκύπτει ότι το πηλίκον δ/ε για την Ελλάδα είναι ίσο με 0,000018.
Συγκριτικά, λοιπόν, η Ελλάδα παράγει 1,6 (=0,00003/0,000018) λιγότερες δημοσιεύσεις ανά δολάριο ή, αντιστρόφως, ξοδεύει κάπως περισσότερα χρήματα ανά δημοσίευση, πράγμα καθόλου εντυπωσιακό αν ληφθούν συγκριτικά υπόψη οι συνθήκες παραγωγής, τα μέσα, και κυρίως η χρόνια καταστροφική αναρχία που χαρακτηρίζει την ατμόσφαιρα στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Και θα μου επιτρέψετε να κλείσω λέγοντας ότι ο αριθμός αναφορών δεν είναι καθόλου αντικειμενικός δείκτης, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούν στα συμβούλια των περιοδικών, και αυτό διότι η τάση να αναφερόμαστε σε δημοσιεύσεις που προήλθαν από τα «φημισμένα» πανεπιστήμια του εξωτερικού και τα οποία αναγνωρίζονται οντολογικά ως «ανώτερα» είναι σχεδόν θρησκευτικού χαρακτήρα στην Ελλάδα. Με αυτό τον τρόπο δεν αναδεικνύουμε τη σοβαρή αλλά και αθόρυβη δουλεία που γίνεται σε πολλά ελληνικά πανεπιστήμια και τμήματα, όπως, π.χ., της Αθήνας (εργαστήριο Βιοχημείας στην Ιατρική), Θεσσαλονίκη (Βιοχημεία Ιατρικής και Τμήμα Χημείας του Αριστοτέλειου) και αρκετά άλλα. Επειδή φρονώ ότι είναι οι άνθρωποι που κάνουν τα ιδρύματα και όχι αντιστρόφως, πιστεύω ότι στην Ελλάδα μπορούμε έστω και με λιγότερες ή όχι και τόσο χρησιμοποιημένες (χαμηλό h) δημοσιεύσεις να παράγεται υψηλού επιπέδου γνώση. Πιστεύω, λοιπόν, ότι πρέπει να κρίνουμε τις εργασίες ατομικά.
ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Νέα Υόρκη
Διομήδη μπράβο, πολύ καλή έρευνα.
Οι αυτοαναφορές είναι πρόβλημα όταν συγκρίνονται διαφορετικά αντικείμενα. Πχ στη Χημεία όπου παράγονται εργασίες κατά εκατοντάδες, είναι λογικό από τις αυτοαναφορές και μόνο να εμφανίζονται αξιοπρεπείς δείκτες h (πόσο μάλλον που τα άρθρα στη Χημεία έχουν συχνά πάρα πολλές αναφορές!) ακόμα και αν ο ερευνητής έχει ασήμαντο αριθμό ετεροαναφορών. Στα μαθηματικά όπου οι εργασίες είναι συντριπτικά λιγότερες (έχω δώσει αλλού στοιχεία) οι δείκτες h περιέχουν λογικά και λίγες αυτοαναφορές.
«Καμία μέτρηση δεν είναι τέλεια, αλλά τις περισσότερες φορές μια μέτρηση, έστω και προβληματική, μπορεί να μας ανοίξει τα μάτια. Για παράδειγμα, νόμιζα πως κυρίως τρίτης τάξης ιδρύματα του εξωτερικού έχουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Από τη μέτρηση φάνηκε πως υπάρχουν τέτοια, αλλά υπάρχουν και άλλα σοβαρότερα. Αυτό το αποτέλεσμα δεν επιδέχεται νομίζω αμφισβήτηση.»
Η κατάταξη δεν χρειαζόταν για να εξεταστεί το επίπεδο των ιδρυμάτων του εξωτερικού που έχουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Το οποίο φυσικά δεν ορίζεται απαραίτητα από το πόσο μεγάλο τον έχουν τον h.
Όπως λένε κάποιοι κριτικοί αξιολογητές της χρηματοοικονομικής ανάλυσης (δες Nassib Taleb) θα μπορούσε να βρεθεί στατιστική συσχέτιση της πορείας ενός χρηματιστηρίου με άσχετους δείκτες. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως υπάρχει ουσιαστική συσχέτιση.
To h είναι σαφές ότι δεν είναι άσχετο με την ερευνητική ποιότητα του πανεπιστημίου. Αν κάτι είναι άσχετο εδώ, είναι το σχόλιο σου (και το προηγούμενο).
Ποιά λοιπόν σοβαρή μελέτη αξιολόγησης πανεπιστημίων έχει βασιστεί αποκλειστικά στο δείκτη h; Έστω και μία παρακαλώ κύριε σχετικέ.
Κάθε προσπάθεια να δημιουργηθούν κατατάξεις στη βάση μεμονωμένων δεικτών όπως ο h μπορεί να είναι αφετηρία για άκρως παραπλανητικές διαπιστώσεις. Έχουν αναφερθεί πλείστα όσα προβλήματα από την αρχή αυτής της συζήτησης για τις κατατάξεις αυτές. Διάβασέ τα προσεκτικά.
Και μην κοροϊδευόμαστε: όποιος διαβάζει μιά τέτοια κατάταξη σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας, δεν σκέφτεται πως αυτή είναι μιά κατάταξη που απλά δείχνει τον h (δηλαδή τρέχα-γύρευε, λες και τον είχαν ακούσει τον h και χθες), αλλά μιά κατάταξη που δείχνει πως συγκεκριμένα πανεπιστήμια είναι καλύτερα από άλλα. Αυτό είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε μερικοί;
Ενδιαφέρουσες οι παρατηρήσεις του κυρίου Παπανικολάου. Ιδιαίτερα η ακροτελεύτια παράγραφος παρουσιάζει ένα κοινό μυστικό που όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε και εμμέσως αποδεχόμαστε: αυτό της ευλαβικής (σε βαθμό αυθεντίας!) αντιμετώπισης οποιουδήποτε επιστημονικού έργου, αποτελέσματος, πορίσματος βγαίνει απ’τα top ιδιωτικά και δημόσια (Ivy League, Russell Group, κλπ) κυρίως των ΗΠΑ και ΗΒ. Το οποίο έχει ως φυσικό επακόλουθο να αναφερόμαστε στο εν λόγω έργο και με σαφώς μεγαλύτερη συχνότητα.
Προς Θεού, δε λέω πως υπάρχει μπαγαποντιά, αλλά όπως είχε δείξει και ο Journal Gatekeepers Indicator υπάρχει μια συγκέντρωση ισχύος σ’αυτούς που αποφασίζουν τι είναι καλό και τι όχι. Οι νέοι «ναΐτες» της γνώσης και του «expertise».
Είναι φυσιολογικό φαινόμενο το παραπάνω και δεν πρέπει να παραπονιόμαστε, απλά είναι επισημάνσεις και παραδοχές που οφείλουμε να παίρνουμε υπόψην όταν διαβάζουμε και ερμηνεύουμε rankings.
Για ν-ωστή φορά λοιπόν ας το ξαναπούμε: όπως συμπέρανε και η Παγκόσμια Μαθηματική Εταιρεία για την «Επιστήμη των Αναφορών», καλή η βιβλιομετρική αλλά δεν είναι πανάκεια, ούτε μπορεί να αντικαταστήσει το παλιό καλό (έστω με τα μειονεκτήματά του!) peer-reviewing.
Click to access CitationStatistics.pdf
Αντιγράφω μερικά ‘τσιτάτα’ από την περίληψη της έκθεσης της Διεθνούς Μαθηματικής Ένωσης (IMU):
There is a belief that citation statistics are inherently more accurate because they substitute simple numbers for complex judgments, and hence overcome the possible subjectivity of peer review. But this belief is unfounded.
…
While numbers appear to be «objective», their objectivity can be illusory. The meaning of a citation can be even more subjective than peer review. Because this subjectivity is less obvious for citations, those who use citation data are less likely to understand their limitations … … … Numbers are not inherently superior to sound judgments.
…
…even a casual inspection of the h‐index and its variants shows that these are naïve attempts to understand complicated citation records.
…
…citation data provide only a limited and incomplete view of research quality, and the statistics derived from citation data are sometimes poorly understood and misused. Research is too important to measure its value with only a single coarse tool.
Όλες οι ενστάσεις που διατυπώθηκαν σχετικά με το δείκτη h και την αποκλειστική χρήση βιβλιομετρικών τεχνικών στην αξιολόγηση είναι ορθές. Να προσθέσω σ’αυτές και το φαινόμενο που ο Robert K. Merton ονομάζει The Matthew Effect in Science (οι επιστημονικά πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι).
Συμφωνώ πως δεν πρέπει να πορευόμαστε με βάση ή με στόχο τους αριθμούς. Αυτό είναι κάτι που το βλέπω ιδιαίτερα έντονα στο χώρο μου (τεχνολογία λογισμικού) όταν κοιτάζουμε τις λεγόμενες «μετρικές» στο λογισμικό για να κρίνουμε την ποιότητα ή την παραγωγικότητα. Όμως, (και αυτός ήταν και ο στόχος του άρθρου μου) δεν μπορούμε και να τους αγνοούμε. Έτσι, αν σκοπεύαμε λ.χ. να χρηματοδοτήσουμε με κρατικούς πόρους το παράρτημα του Holborn College (με δείκτη h = 0) στην Ελλάδα καλό θα ήταν να εξετάσουμε σε βάθος την ποιότητα του ιδρύματος αυτού. Αντίστοιχα, αν αύριο το Πανεπιστήμιο Αθηνών συνάψει μια συμφωνία με το Harvard (με δείκτη h = 223), καλό είναι μην την απορρίψουμε χωρίς σκέψη, αλλά να τη αξιολογήσουμε προσεκτικά.
Οι αριθμοί μπορεί να είναι η αφετηρία της έρευνάς μας, όχι το αποτέλεσμα.
μια και ο λόγος περί αξιολόγησης, δημοσιεύσεων, αναφορών και συναφών θεμάτων, δείτε μία αξιοπρόσεκτη περίπτωση. Πρόσφατα, η Thompson Scientific απένειμε τον τίτλο του «Highly Cited Researcher» στον κ. Σίμο (Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Υπολογιστών).
Εδώ σημειώνουμε ότι όλα τα στοιχεία που ακολουθούν είναι επαληθεύσιμα από το σύστημα της Thompson (http://apps.isiknowledge.com/) και επιλέγοντας τη λειτουργία «Cited Ref Search», αρκεί κανείς να αφιερώσει τον ανάλογο χρόνο. Επειδή λίγοι θα έχουν τον χρόνο και τη διάθεση να εξετάσουν πλήρως τα στοιχεία, μπορεί κανείς να περιοριστεί στις παρακάτω χαρακτηριστικές περιπτώσεις ή δειγματοληπτικά να εξετάσει ένα οποιοδήποτε σύνολο αντιστοίχων στοιχείων.
Αν επισκεφθεί κανείς το σύστημα αυτό θα δει ότι ο κ. Σίμος έχει 256 δημοσιεύσεις προς τις οποίες υπάρχουν 2.231 συνολικά αναφορές. Οι δύο αυτοί αριθμοί είναι πραγματικά εντυπωσιακοί. Ομως, μία πιο προσεκτική εξέταση του ποιες είναι οι εργασίες οι οποίες αναφέρονται στις εργασίες του κ. Σίμου ανατρέπει την αρχική εντύπωση. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζοντας τα αναλυτικά στοιχεία που υπάρχουν για τις 189 εργασίες του κ. Σίμου (για τις υπόλοιπες 67 το σύστημα δεν δίνει αναλυτικά στοιχεία), διαπιστώνει κανείς ότι οι προς αυτές υπάρχουν 1956 αναφορές, από τις οποίες οι 1389 αναφορές (το 71,01% δηλαδή από το σύνολο) είναι αυτοαναφορές (δηλαδή από εργασίες που έχουν τουλάχιστον έναν κοινό συγγραφέα με την εργασία που αναφέρουν, άρα οι συγγραφείς αναφέρουν τους εαυτούς τους). Δείτε ενδεικτικά:
* Η εργασία «ERROR ANALYSIS OF EXPONENTIAL-FITTED METHODS FOR THE NUMERICAL-SOLUTION OF THE ONE-DIMENSIONAL SCHRODINGER-EQUATION» έχει αναφερθεί 38 φορές και όλες οι αναφορές είναι αυτοαναφορές.
* Η εργασία «A Numerov-type method for computing eigenvalues and resonances of the radial Schrodinger equation» έχει αναφερθεί 36 φορές και μόνο 1 από αυτές είναι ετεροαναφορά.
* Η εργασία «EXPONENTIAL FITTED METHODS FOR THE NUMERICAL-INTEGRATION OF THE SCHRODINGER-EQUATION» έχει αναφερθεί 46 φορές και μόνο 2 από αυτές είναι ετεροαναφορές.
* Η εργασία «A 6TH-ORDER EXPONENTIALLY FITTED METHOD FOR THE NUMERICAL-SOLUTION OF THE RADIAL SCHRODINGER-EQUATION» έχει αναφερθεί 69 φορές, με 62 αυτοαναφορές και 7 ετεροαναφορές.
Φυσικά και ο αριθμός των 567 αναφορών (ποσοστό 29,35% του συνόλου αυτών για τις οποίες υπάρχουν πλήρη στοιχεία) που απομένει ως ετεροαναφορές είναι και πάλι αξιοσημείωτος, αλλά και αυτός παρουσιάζει μία ιδιαιτερότητα: οι 331 (ποσοστό 58,37% από αυτές) από αυτές προέρχονται από 8 συγκεκριμένους συγγραφείς, τους Van de Vyver H (85), Ixaru LG (48), Wang ZC (47), Tsitouras C (37), Khan IR & Ohba R (30), Franco J (35), Van Daele M (33) και Vigo-Aguiar J (29). Σε παρένθεση δίπλα στο κάθε όνομα γράφεται το πλήθος των αναφορών του κάθε συγγραφέα προς δημοσιεύσεις του κ. Σίμου, ενώ το άθροισμα αυτών των αριθμών είναι 344 γιατί σε 13 αναφορές προς εργασίες του κ. Σίμου, η εργασία που τον αναφέρει έχει πάνω από έναν από αυτούς τους συγγραφείς.
Για να συμπληρωθεί η εικόνα, ας δούμε και ένα παράδειγμα των αναφορών που περιέχονται στις εργασίες του κ. Σίμου. Στην εργασία On the construction of efficient methods for second order IVPS with oscillating solution περιέχονται 47 αναφορές, οι 15(!) από τις οποίες είναι αυτοαναφορές, ενώ άλλες 15(!) είναι αναφορές προς δημοσιεύσεις συν-συγγραφέων και συνεργατών ή «citers» (συγγραφέων που συστηματικά αναφέρουν τον κ. Σίμο).
Οσον αφορά τις υπόλοιπες 275 αναφορές, το πιθανότερο είναι ότι ακολουθούν το ίδιο (ή και χειρότερο!) μοτίβο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η διδακτορική διατριβή του κ. Σίμου που αναφέρεται ως 11 (!) διαφορετικές εγγραφές στο σύστημα της Thompson (με παραλλαγές της διατύπωσης «THESIS NATL TU ATHEN», όπως «THESIS NAT TU ATHENS», «THESIS NATL TECHNICA» κ.λ.π.) συγκεντρώνει 101 αναφορές συνολικά και είναι εξαιρετικά απίθανο αυτές (ή έστω και κάποιο τμήμα τους) να προέρχονται από τρίτους ερευνητές!
Θα αναρωτιόταν κανείς εδώ αν το προφίλ που μόλις διάβασε είναι αυτό που είχε κατά νου η Thompson Scientific όταν θεσμοθετούσε τον τίτλο του Higly Cited Researcher. Την ίδια απορία έχουμε και εμείς και σχετικό ερώτημα έχει τεθεί προς την Thompson Scientific.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης και άλλες πρακτικές που εφαρμόζει ο κ. Σίμος για την διόγκωση του ερευνητικού του προφίλ. Συνήθως, όταν κάποιος επιμελείται κάποια ειδική έκδοση (special issue) ενός περιοδικού συμπεριλαμβάνει σ’ αυτό το «σημείωμα του εκδότη» (editorial preface) και αποφεύγει να συμπεριλάβει άλλες δικές του δημοσιεύσεις καθώς οι ρόλοι του κρίνοντος (επιμελητή) και του κρινόμενου (συγγραφέα) είναι ασυμβίβαστοι μεταξύ τους. Ο κ. Σίμος, αντιθέτως, εκμεταλλεύεται κάθε τέτοια ευκαιρία για να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερες δικές του δημοσιεύσεις. Για παράδειγμα στο Journal of Mathematical Chemistry Volume 37, Number 3, April 2005 από το σύνολο των 10 δημοσιεύσεων (εξαιρούμε το σημείωμα του εκδότη) οι 5 έχουν συγγραφέα τον κ. Σίμο! Και για να ολοκληρωθεί η εικόνα, αυτή η ειδική έκδοση έχει «επιλεγμένες δημοσιεύσεις από το συνέδριο ICCMSE 2003, το οποίο έχει ιδρύσει και διοργανώνει ο κ. Σίμος! Αντίστοιχες πρακτικές βλέπουμε και σε άλλες εκδόσεις:
* 3 εργασίες στο Journal of Mathematical Chemistry vol. 40 (3) OCT 2006 (από τις 9 συνολικά της έκδοσης)
* 4 εργασίες στο JOURNAL OF COMPUTATIONAL AND APPLIED MATHEMATICS vol. 175 (1) MAR 2005 (από τις 14 συνολικά της έκδοσης)
* 4 εργασίες στο στο JOURNAL OF COMPUTATIONAL AND APPLIED MATHEMATICS vol 158 (1) SEP 1 2003 (από τις 15 συνολικά της έκδοσης)
* 4 εργασίες στο MATHEMATICAL AND COMPUTER MODELLING vol. 42 (7-8) OCT 2005 (από τις 18 συνολικά της έκδοσης)
Σημειώστε ότι όλες αυτές οι εργασίες είναι αναδημοσιεύσεις από δικά του συνέδρια!!! Στη δημοσίευση «Stop the Numbers Game» υπάρχει μία παράγραφος «Organizing workshops and conferences», και μπορείτε να συγκρίνετε αυτή την παράγραφο με την εικόνα δημοσιεύσεων που βλέπετε παραπάνω.
Μάλλον οι μέθοδοι για την αξιολόγηση πρέπει να πάνε προς κάποια διαφορετική, πιο αξιόπιστη κατεύθυνση από τους αριθμούς και τα στατιστικά…
@περί αξιολόγησης και στατιστικών
Ήταν καλό που βρήκες το χρόνο και έγραψες τα πιο πάνω «βγάζοντας το φερετζέ» του συγκεκριμένου φοβερού ταλέντου εκ Πελοποννήσου. Είναι γεγονός ότι πολλοί «επιστήμονες» έχουν βρει το τρόπο «to beat/cheat the system» με διάφορα τέτοια κολπάκια και στρατηγικές. Αν και το φαινόμενο λαμβάνει χώρα και στο εξωτερικό, εδώ στην Ελλάδα μερικοί το έχουν αναγάγει σε …πραγματική τέχνη. Και δυστυχώς, οι πιο πολλοί από αυτούς τους «επιστήμονες» έχουν μπορέσει (μέχρι τώρα) να ξεγελάσουν το σύστημα. Οι διάφορες επιτροπές κρίσης, ακόμη και οι ξένοι κριτές που συμμετείχαν στις αξιολογήσεις της ΓΓΕΤ, δυστυχώς κοιτάνε μόνο επιφανειακά, δηλ. μόνο αριθμό δημοσιεύσεων και αναφορών. Και πολλές φορές, χωρίς να ανατρέξουν καν σε web resourses αλλά επαναπαύονται μόνο στα στοιχεία που τους δίνει ο πονηρός υποψήφιος. Και έτσι, αντι να σταλούν στα τάρταρα, τα κάθε λογής «επιστημονικά» λαμόγια επιβραβεύονται και εξακολουθούν να ζουν και να βασιλεύουν στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας….!
Παιδιά, για παραίνεση για όσους από εμάς κληθούν να συμμετάσχουνε σε επιτροπές κρίσης στις κάποιες από τις θέσεις (που όπως είδαμε διαφημίζονται αυτές τις μέρες αρκετές): κάντε μια αρχή και κοιτάξτε πιο βαθιά αυτή τη φορά, είναι άλλωστε σήμερα πολύ εύκολο -όπως απέδειξε και ο συνάδελφος πιο πάνω- να ελέγξεις αν ένας υποψήφιος προσπαθεί να σας παραπλανήσει η όχι. Κάντε ότι περνά από το χέρι σας να σταματήσει αυτό το κακό. Πρέπει επιτέλους να αρχίσουν να μπαίνουν άτομα ικανά στις θέσεις που προκηρύσσονται (ιδιαίτερα σε θέσεις διευθυντών Ινστιτούτων). Καλύτερα μια θέση να βγεί άγονη παρά να συνεργήσετε και να βγει ο «λιγότερο κακός». Κλείστε το δρόμο στις μετριότητες και τους διάττοντες αστέρες…!
Σχετικά με το ανώνυμο μήνυμα που με αφορά έχω να δηλώσω τα ακόλουθα:
Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον που δείχνει ο γράψας για το έργο μου. Επίσης τον ευχαριστώ γιατί βρήκε περισσότερες ετεροαναφορές από αυτές που αναφέρω στο βιογραφικό μου σημείωμα (το οποίο είναι αναρτημένο στον ιστοχώρο του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου από το 2002).
Δεν μπορώ να απαντήσω στο κείμενο του με εκτενέστερο τρόπο αφού είναι ανώνυμος και ο διάλογος πρέπει κατά την γνώμη μου να γίνεται επωνύμως.
Στο κείμενο του γράψαντος δεν υπάρχει αμφισβήτηση για το μέγεθος του έργου μου ή για την αναγνώρισή του από την διεθνή επιστημονική κοινότητα. Επίσης δεν αμφισβητείται η επίδραση και θετική συμβολή των διεθνών συνεδρίων που διοργανώνω στην πρόοδο του ερευνητικού μου πεδίου (αλλά και συναφών πεδίων), πολλώ δε μάλλον στην ανάπτυξη την ελληνικής επιστήμης. Η σημασία και η σπουδαιότης των συνεδρίων τα οποία έχω διοργανώσει τεκμηριώνεται από τον συνολικό όγκο των ερευνητικών αποτελεσμάτων που έχουν ήδη δημοσιευθεί και παρουσιασθεί στα συνέδρια αυτά (ICCMSE 2003 – World Scientific, ICCMSE 2004, 2005, 2006 – VSP-Brill, ICMMSE 2007 – AIP, ICNAAM 2004, 2005, 2006 – Wiley-VCH, ICNAAM 2007, 2008 – AIP). Η διακρίβωση των λεγομένων μου είναι σχεδόν άμεση, με μια απλή αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων του διαδικτύου.
Σχετικά με την εμμονή του γράψαντος στον αριθμό των αυτοαναφορών ή των αναφορών από συνεργάτες, έχω απλώς να παρατηρήσω ότι αυτή είναι η τρέχουσα πρακτική και είναι ως επί το πλείστον στοιχείο ύφους των συγγραφέων. Η πολιτική της Thompson δεν υπαγορεύεται από εμένα.
Εν κατακλείδι ο ανώνυμος συντάκτης του κειμένου αμφισβητεί το, ειρήσθω εν παρόδω, αναφαίρετο δικαίωμά μου να τοποθετούμαι για θέματα επιστημονικής αναγνώρισης και αριστείας με μόνη αιτιολογία ότι κρίνει ο ίδιος υπερβολικό τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζω το έργο μου.
Θεόδωρος Η. Σίμος
Πρώτη φορά βλέπω Πανεπιστημιακό να τον φτύνουν και να λέει πως ψιχαλίζει. Διάβασα την αλληλογραφία παραπάνω και έμεινα άναυδος. Είχα βρεί υπερβολικά τα όσα έγραψε παραπάνω ο συνάδελφος (Min gyrisete stin Ellada) γιά «λαμόγια»΄αλλά είναι μάλλον επιεική.
Η μεγάλη πλάκα αρχίζει από την πρώτη σχεδόν γραμμή της απάντησης. Ο κ. Σίμος λέει πως δεν υπάρχει αμφισβήτηση για το μέγεθος του έργου του ή για την αναγνώρισή του από την διεθνή επιστημονική κοινότητα. Αλλίμονο …. Περί παραινέσεων πρόκειται. Είναι σαφές πως το
κείμενο του συναδέλφου («περί αξιολόγησης και στατιστικών «) τον εξευτελίζει και αυτός δεν βλέπει καν αμφισβήτηση γιά το έργο του.
Και καλά, το να παίρνεις το φτύσιμο γιά πρωτοβρόχι (μέρες που είναι) δεν είναι παράξενο. Το θράσος του όμως είναι ανήκουστο. Η ακατάσχετη συγγραφή από papers γιά να αναφέρεις τον εαυτό σου και τους systematic citers που διαθέτεις, είναι «η τρέχουσα πρακτική και είναι ως επί το πλείστον στοιχείο ύφους των συγγραφέων». Η απάτη, στοιχείο ύφους!
Από την άλλη,η πολιτική της Thompson δεν υπαγορεύεται από κανέναν κ. Σίμο. Αλλά το να δίνεις τον τίτλο του Highly Cited Researcher σε κάποιον που έχει 1300 αυτοαναφορές και η πλειοψηφία των ετεροαναφορών του είναι από την «κλίκα» του (στοιχείο ύφους και τρέχουσα πρακτική…), δείχνει την αξιοπιστία του Web of Science. Ή μπορεί να δείχνει και τα κενά του συστήματος που εκμεταλλεύτηκε ο κ. Σίμος. Ελπίζω να είναι αληθές αυτό που αναφέρεται παραπάνω πως έχει γίνει ερώτηση στην Thompson. Θα έχει ενδιαφέρον αν το επικυρώσει η Thompson, αυτουπονομεύοντας την αξιοπιστία της.
Γιά την ακαδημαική δεοντολογία βέβαια, ούτε λόγος στην απάντηση του κ. Σίμου. Τα όσα του καταμαρτυρούνται γιά τα special issues που αναλαμβάνει (όπου δημοσιεύονται τα άρθρα του με το κιλό, γεγονός που επαλήθευσα με ένα click)είναι κι αυτά στοιχείο ύφους; Ή μήπως είναι τρέχουσα πρακτική;
Εν πάση περιπτώσει, ο κ. Σίμος δεν μπορεί να εξευτελίζει συνολικά την ακαδημαϊκή κοινότητα, επωφελούμενος των κενών του συστήματος. Δεν είμαστε όλοι έτσι! Οι πρακτικές του δεν μας αφορούν όλους, ούτε είναι συνήθεις. Αφορούν μόνο τον ίδιο και το Πανεπιστήμιό του, που ας τον έχει να τον χαίρεται και να τον καμαρώνει! Once and for all!
Τελικά το θράσσος και η βλακεία δεν έχουν όρια!
Αν κατάλαβα καλά, από τα παραπάνω, ούτε λίγο ούτε πολύ ο διεθνώς αναγνωρισμένος πανεπιστημιακός από την Πελοπόννησο, μας λεέι ότι δικαιούται να εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες του Web of Science για ίδιον όφελος, πέρα από κάθε ακαδημαϊκή δεοντολογία!
Θεμιτή δηλαδή η εξαπάτηση των συναδέλφων του αφού δεν έχει θεσμοθετηθεί το αντίθετο.
Θερμά συγχαρητήρια και αριστείον πανεπιστημιακού ήθους για τον αποκαλυφθέντα κύριο Σίμο! Τι φρούτα τελικά ανθούν στο ελληνικό πανεπιστήμιο …
Διάβασα τα παραπάνω μηνύματα και μπήκα στον πειρασμό να κοιτάξω την ιστοσελίδα του κ. Σίμου. Διαπίστωσα ότι είμαστε συνάδελφοι (μεταλλειολόγος). Με παρεξένεψε το γεγονός ότι έχει καταφέρει να είναι πρόεδρος σε τμήμα υπολογιστών. Θα ήθελα λοιπόν να ρωτήσω: Αν κάνω και εγώ διδακτορικό π.χ. στη μεταλλευτική νομοθεσία (το οποίο πραγματικά με ενδιαφέρει ως θέμα) θα μπορούσα να βρω και εγώ θέση σε τμήμα νομικής; Θα μπορούσα να γίνω και πρόεδρος του Τμήματος; Θα ήταν πολύ ευχάριστο ειδικά τώρα που ο κλάδος έχει αναδουλειές.
ΥΓ. Δεν είμαι κολλημένος με μια πολιτική παράταξη, προσαρμόζομαι εύκολα…
Αγαπητοί μου
Xαλαρώστε με τον κ. Σίμο. Είναι τιμή του που απάντησε σε εκείνον το συνάδελφο που θέλησε να κάνει φύλο και φτερό το most highly cited author. Τι είναι αυτό τελικά που πειράζει ότι έχει ελληνικό όνομα; Για τους άλλους μη Ελληνες το ψάξατε; Ελεος πια με αυτή την απαράδεκτη κριτική που μόνο εμπάθεια βγάζει.
Υ.Γ.Ούτε τον ξέρω τον άνθρωπο ούτε τον έχω ξανακούσει. Απλά μπήκα στον πειρασμό να γράψω για να σταματήσει το ξεκατίνιασμα και το «όσα δεν φτάνει η αλεπού …Μη νομίσει κανένας ότι είμαι κανένα παπαγαλάκι σαν και αυτά του Ρουσόπουλου!!! Το τελευταίο για τον υποχθόνιο που προσαρμόζεται όπως και ο Ρουσόπουλος
Μία πρώτη προσπάθεια για κατάταξη των τμημάτων Πληροφορικής, Επιστήμης Υπολογιστών και Μηχανικών Η/Υ που λειτουργούν στην Ελλαδα (ΑΕΙ και ΑΤΕΙ), χρησιμοποιώντας επίσημους δείκτες, παρουσιάστηκε στο φετινό Πανελλήνιο Συνέδριο Πληροφορικής (Pan-Hellenic Conference on Informatics – PCI2008) που έγινε στα τέλη Αυγούστου στη Σάμο.
Ο τίτλος της εργασίας είναι:
«Evaluating Greek Departments of Computer Science & Engineering using Bibliometric Indices». D. Katsaros, V. Matsoukas, Y. Manolopoulos.
Μπορείτε να δείτε την εργασία καθώς και την τελική κατάταξη των τμημάτων σύμφωνα με την έρευνα εδώ:
Click to access PCI08kmm.pdf
Diladi an diavasei kaneis to dialogo paei na pei oti o Simos kai kathe Simos pou einai stin ellada kai dimosieuei to ergo tou einai lamogio ??? Apo pou kai os pou ? Allo auto-anafores kai allo eteroanafores pou einai apo palaioterous siggrafeis. Ti simainei auto diladi ? To oti egrapsa ena paper me kapoion pou gnorizei idi ti doulia mou kai tin anaferei paei na pei oti einai klika gia na parw merika perissotera citations ? Anti na sovareutoume ligaki kai na koitaksoume ti katantia mas kathomaste kai rixnoume spondes apo dw kai apo kei.
Εαν υποθέσουμε ότι είναι αληθινά όλα όσα έγραψε κάποιος ανώνυμος, ο κ. «Περί αξιολόγησης και στατιστικών» για κάποιον επώνυμο τον κ. Σίμο, το μόνο που βλέπω εγώ είναι μια «ευφυή διαχείρηση» των δημοσιεύσεων του. Όσοι μπορούν, το κάνουν. Όχι μόνον εδώ αλλά και στο εξωτερικό. Το μη ηθικό το βλέπω, το παράνομο δεν βλέπω. Ίσως κάποιος πιο ειδήμων indexologist να μας διαφώτιζε περισσότερο (στο περί νομιμότητος).
Υ.Γ.1: Καλό θα ήταν ο κ. Λαζαρίδης να προλάβει τυχόν νέο κύμα επιθέσεων ανωνύμων σε επωνύμους προτού γίνει επιδημία στο GURF.
Υ.Γ.2: Το κ. Σίμο δεν τον ξέρω ούτε κατ’όψεως.
Και εγώ θεωρώ την επίθεση κατά του Σίμου με αυτό το τρόπο απαράδεκτη. Όταν κάποιος έχει πολλές εργασίες, με δεδομένο ότι κάθε μία από αυτές θα περιλαμβάνει μερικές αναφορές σε δικές του εργασίες, είναι λογικό να εμφανίζονται πολλές αυτοαναφορές. Οπότε αν το πάρει κανείς στατιστικά, σε κάποιες από τις εργασίες του οι αυτοαναφορές θα είναι πάρα πολλές. Και λοιπόν; Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει τίποτε το μεπτό. Δέχομαι να ασκηθεί κριτική στη Thomson Scientific για την επιλογή της. Από εκεί μέχρι τους άθλιους χαρακτηρισμούς (λαμόγιο, απάτη, εξευτελίζει συνολικά την ακαδημαϊκή κοινότητα, θράσσος και βλακεία) που απευθύνονται προσωπικά στο Σίμο, υπάρχει μια τεράστια απόσταση που δυστυχώς το internet επιτρέπει αλλά θα έπρεπε να μην την καλύπτουμε.
ΥΓ. Το Σίμο τον ξέρω ελάχιστα (τον έχω δει 3 φορές στη ζωή μου).
Οι υπερβολικές αυτοαναφορές σίγουρα δεν είναι κάτι παράνομο. Αλλά ούτε και η λέξη «ανήθικο» ταιριάζει. «Αντιδεοντολογικό» ίσως, και πάλι με το ζόρι. Είναι κυρίως θέμα στυλ. Εμένα δεν μου αρέσει αυτή η πρακτική. Όσο για τη βιβλιομετρία, είναι σχετικά εύκολο να εντοπίσεις επιστήμονες που αυτοαναφέρονται υπερβολικά. Tο WoS σου δίνει το συνολικό αριθμό αναφορών αλλά και ετεροαναφορών, από το οποίο μπορείς να υπολογίσεις το ποσοστό των αυτοαναφορών. Συνήθως αυτό είναι κάτω του 5%. Αν για κάποιον είναι 50%, ε αυτό κάτι σημαίνει. Για αυτούς οι διάφοροι δείκτες πρέπει να διορθώνονται ώστε να υπολογίζονται μόνο οι ετεροαναφορές.
Μη ξεχνάμε όμως αυτοό που προκαλούν οι μεγάλοι αριθμοί. Αν έχεις 250 δημοσιεύσεις και σε κάθε μία από αυτές αναφέρεις πχ 4 δικές σου κατά μέσον όρο, νάτες αμέσως οι 1000 αυτοαναφορές. Και σε τέτοια νούμερα, το να μαζεύονται πχ 20 αυτοαναφορές σε μία από τις εργασίες σου είναι στατιστικά αναπόφευκτο.
Πολύ αξιόλογη προσπάθεια. Έχω δύο ερωτήσεις:
1) Γιατί δεν παρουσιάζεται η μεθοδολογία- μαζί με δεκάδες άλλες που υπάρχουν- σε μια ημερίδα στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη ώστε να αποτελέσει έναν απ’τους τρόπους εσωτερικής αξιολόγησης των Τμημάτων κατά ΑΔΙΠ; Γιατί δε δίνεται ως διπλωματική εργασία η παραπάνω ανάλυση σε 5-6 σπουδαστές ΤΕΙ Πληροφορικής να στο κάνουν πανελλαδικά σε χρόνο dt αναλυτικά και με τα απαραίτητα γραφήματα;
2) Μέσα στα ονόματα των καθηγητών Α’ βαθμίδας βλέπω και το Ι. Tsoukalas, o τέως γραμματέας της ΓΓΕΤ. Μου φαίνεται εξαιρετικά «λίγος» (h-wise πάντα!) τόσο για τακτικός όσο και για γραμματέας. Πώς του ανατέθηκε η θέση στη ΓΓΕΤ;