-Ένας απολογισμός για τη μεταρρύθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης-
του Λεωνίδα Λουλούδη
Αντιπρύτανη Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Λέγεται από πολλούς ότι ο νόμος-«πλαίσιο» για τα πανεπιστήμια, ο οποίος ψηφίστηκε τον Μάρτιο, είναι άτολμος και αποσπασματικός και εννοούν ότι τον ανέμεναν ρηξικέλευθο και ολοκληρωμένο. Όμως, όσοι έχουν παρακολουθήσει στενά την πολιτική της Μ. Γιαννάκου και του επιτελείου της στη Μητροπόλεως, κατά την τελευταία τριετία, δεν δοκίμασαν έκπληξη. Η υπουργός, σε μια από τις πρώτες ομιλίες της, ενώπιον της Συνόδου των Πρυτάνεων, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τη Νέα Δημοκρατία, είχε τονίσει την αντίρρησή της προς τις μεγαλεπήβολες μεταρρυθμίσεις, υπενθυμίζοντας, ως παράδειγμα προς αποφυγή, την πολιτική του Γ. Αρσένη. Αντιθέτως, δεσμεύτηκε να υλοποιήσει, στο πνεύμα της τότε κυβερνητικής πολιτικής για «το νοικοκύρεμα της καθημερινότητας», μια πολιτική «βήμα προς βήμα» βελτιώσεων του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου (κυρίως των ν. 1268/1982 και ν. 2083/1992). Μια πραγματικότητα η οποία επέβαλε, κατά τη γνώμη της, την εσπευσμένη εναρμόνιση με τον τύπο και την ουσία της λεγόμενης «διαδικασίας της Μπολώνια», την οποία η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου (Π. Ευθυμίου) δεχόταν μεν ρητορικά αλλά ανέβαλε διαρκώς την υλοποίησή της εκθέτοντας διεθνώς τη χώρα. Αυτό το νόημα είχαν και οι πρώτες σημαντικές θεσμικές πρωτοβουλίες της με την ψήφιση του νόμου για το ΔΟΑΤΑΠ (πρώην ΔΙΚΑΤΣΑ) τον Απρίλιο του 2005 και των νόμων για την «Αξιολόγηση» και τη «Δια βίου Εκπαίδευση» στο θερινό τμήμα της Βουλής του ίδιου έτους. Η χωρίς ουσιαστικές αντιστάσεις προώθηση αυτής της πολιτικής φαίνεται ότι οδήγησαν την Υπουργό να υποδείξει στο νεοσύστατο ΕΣΥΠ, κατά προτεραιότητα, τη συζήτηση για την εφαρμογή της Αξιολόγησης στα ελληνικά πανεπιστήμια. Η επιλογή δεν ήταν αδικαιολόγητη στο πνεύμα του «νοικοκυρέματος». Θα σκέφτηκε ότι πρώτα αξιολογούμε το υφιστάμενο σύστημα και μετά το διορθώνουμε «εκεί που περισσότερο πονάει», συγχρόνως συμμορφωνόμαστε προς τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας. Η επιλογή διέθετε λογική αλλά πολιτικά, όπως άλλωστε αποδείχτηκε, ήταν ατυχέστατη και, μάλιστα, το σφάλμα επιδεινώθηκε από τις επικοινωνιακές αδυναμίες της υπουργού. Από το ΕΣΥΠ γρήγορα αποχώρησαν οι συνδικαλιστικοί φορείς των εκπαιδευτικών και, στη συνέχεια, τα αντιπολιτευόμενα κόμματα. Οι λόγοι ήταν, χωρίς αμφιβολία, προσχηματικοί αλλά η αφορμή είχε δοθεί. Έκτοτε, με εξαίρεση μια σύντομη περίοδο, κατά την οποία η αντιπολίτευση συμμετείχε στην προαναθεωρητική κοινοβουλευτική διαδικασία για το Άρθρο 16, τα κόμματά της και οι συνδικαλιστικοί φορείς των εκπαιδευτικών-με πρώτη την αδιάλλακτη ΠΟΣΔΕΠ-και των φοιτητών (εκτός της ΔΑΠ) τήρησαν απόλυτα αρνητική στάση σε κάθε κυβερνητική πρόταση. Ότι, η άνευ ουσιαστικών επιχειρημάτων αδιαλλαξία, θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα της κυβερνητικής πρωτοβουλίας για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου των πανεπιστημίων, ελάχιστα φάνηκε να απασχολεί τότε τους πολιτικούς πρωταγωνιστές της. Για να ισορροπηθεί η κατάρρευση του διαλόγου στο ΕΣΥΠ η υπουργός διόρισε, τον Σεπτέμβριο, την επιτροπή των «8 σοφών», υπό τον καθηγητή Βερέμη (πρόεδρο του ΕΣΥΠ), με στόχο να προτείνει αλλαγές στον ισχύοντα νόμο-πλαίσιο του 1982. Το σκηνικό της κρίσης είχε πλέον στηθεί. Οι πρώτες καταλήψεις πανεπιστημίων από φοιτητές άρχισαν πέρυσι, στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου, και ουσιαστικά διαρκούν, με ένα διάλειμμα για τις θερινές διακοπές, μέχρι σήμερα (τέλη Μαρτίου 2007). Στο σημείο αυτό θα επιχειρήσω ένα πρώτο απολογισμό της κυβερνητικής πολιτικής.
(περισσότερα…)
39 Σχόλια »